Καλωσήλθατε !

"Σας ευχαριστώ που επισκεφθήκατε το προσωπικό μου blog. Θα χαρώ να μάθω τις απόψεις σας ή και τις ιδέες σας και να συζητήσουμε για θέματα που σας απασχολούν!"
Ανδρέας Κατσούρης

Δευτέρα 7 Φεβρουαρίου 2011

ΑΝΑΓΚΗ ΓΙΑ ΣΥΝΑΙΝΕΤΙΚΕΣ ΑΛΛΑΓΕΣ ΣΤΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ !

(19 και 20 Νοεμβρίου 2010)

Το ότι ο Νόμος Πλαίσιο για τα πανεπιστήμια που ψήφισε το ΠΑΣΟΚ του Ανδρέα Παπανδρέου το 1981 έκλεισε τον κύκλο του ακούεται συχνά ακόμα και από τους ίδιους τους εμπνευστές του. 
Η αναποφασιστικότητα και η σκόπιμη, όπως ομολογήθηκε δημοσίως αργότερα από τον τότε υπουργό παιδείας της κυβερνήσεως του Κωνσταντίνου Καραμανλή, αναβλητικότητα, με σκοπό την εκτόνωση της απαιτήσεως, μετά την πτώση της δικτατορίας, για σημαντικές αλλαγές στην Ανώτατη Εκπαίδευση, έδωσε την ευκαιρία στον μετέπειτα πρωθυπουργό Ανδρέα Παπανδρέου να ψηφίσει ένα νέο Νόμο, με τον οποίο ανέτρεπε πλήρως το έως τότε καθεστώς στα ελληνικά πανεπιστήμια.

Προηγήθηκε βέβαια αυτού, ως γνωστόν, ο καταστροφικός νόμος 815 επί κυβερνήσεως Κωνσταντίνου Καραμανλή, με τον οποίο μονιμοποιήθηκαν με επείγουσες σχεδόν διαδικασίες οι τότε βοηθοί και επιμελητές, οι οποίοι, όπως πάλι είναι γνωστόν, προσλαμβάνονταν όχι πάντοτε με αξιολογικά κριτήρια, αλλά με κριτήριο συνήθως την επιθυμία του καθηγητού της Έδρας.

Τις συνέπειες εκείνων των Νόμων «πλήρωσε» και πληρώνει ακόμη το ελληνικό πανεπιστήμιο. 
Η θετική πλευρά του Νόμου εκείνου ήταν η ανανέωση και η αριθμητική αύξηση του διδακτικού επιστημονικού προσωπικού. Αρκετά συχνά, ωστόσο, τα κριτήρια επιλογής και εξέλιξης, λόγω και των σκόπιμων ασαφειών του Νόμου, ήταν ελαστικά, ανάλογα με την περίπτωση. Αρνητική επίσης συνέπεια ήταν η ενθάρρυνση και η καθιέρωση ουσιαστικά του κομματισμού στα πανεπιστήμια με τα εξωφρενικά δικαιώματα συμμετοχής των φοιτητών στην εκλογή των οργάνων διοίκησης, των προέδρων των Τμημάτων και των πρυτανικών αρχών. Ήταν επόμενο ότι μέσα σε αυτό το κλίμα θα αναπτύσσονταν οι πελατειακές σχέσεις και η ουσιαστική διαφθορά των συνειδήσεων.

Η καθιέρωση του ασύλου και οι παράνομες κατ’ επανάληψιν και κατ’ έτος για δεκαετίες καταλήψεις που υποκινούνταν από τα κόμματα της αντιπολιτεύσεως για προφανείς λόγους, και ο κομματικός εναγκαλισμός των φοιτητών και των μαθητών, όχι μόνο υποβάθμισαν το επίπεδο σπουδών, αλλά και δημιουργησαν εκρηκτικό κλίμα τόσο στη Μέση όσο και στην Ανώτατη παιδεία, όπου τα κρούσματα βίας και λεηλασιών της πανεπιστημιακής περιουσίας έγιναν καθεστώς.

Η τριχοτόμηση των Φιλοσοφικών Σχολών σε Τμήμα Φιλολογίας, Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας και Τμήμα Φιλοσοφίας Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας δημιούργησε περισσότερα προβλήματα, καθότι οι πτυχιούχοι και των τριών αυτών Τμημάτων στην πλειοψηφία τους κατευθύνονταν στη Μέση Παιδεία ως καθηγητές φιλολογικών μαθημάτων! Ανεπαρκώς καταρτισμένοι πτυχιούχοι των δύο τμημάτων πλην του τμήματος Φιλολογίας για μια περίπου δεκαετία, λόγω της επετηρίδας που ίσχυε, εισέρχονταν στην εκπαίδευση για να διδάξουν τα φιλολογικά μαθήματα! 

Το κράτος δεν είχε προβλέψει ούτε διόρθωσε στην πορεία έγκαιρα αυτή τη δυσαρμονία μεταξύ των πτυχίων και των αποκτηθέντων προσόντων αφ’ ενός και των εκπαιδευτικών καθηκόντων αφ’ ετέρου.! Και σήμερα ακόμη, μέσω του ΑΣΕΠ, διορίζονται ως καθηγητές φιλολογικών μαθημάτων επιτυχόντες των δύο αυτών τμημάτων, χωρίς η βασική τους παιδεία να είναι φιλολογική.

Εκτοτε, ο κάθε υπουργός παιδείας των κυβερνήσεων που ακολούθησαν, για να μην υστερήσει των προκατόχων του, θέλοντας να αφήσει το δικό του στίγμα, προχωρούσε και σε κάποια επίμαχη «μεταρρύθμιση» και σε κάποιους καινούργιους νόμους. Το ίδιο επιχειρεί να κάνει και σήμερα η νέα υπουργός παιδείας με το επιτελείο της.

Το ό,τι χρειάζονται επείγουσες αλλαγές στα πανεπιστήμια είναι γνωστό σε όλους. Τι είδους όμως αλλαγές; Και από ποιους; Είναι αρκετό ή δυνατό αυτές οι αλλαγές να πραγματοποιηθούν από μια μονοκομματική κυβέρνηση και μάλιστα σε μια περίοδο οξύτατης κρίσης; Γιατί, σε αυτό το σημαντικό θέμα, δεν προνοείται ή δεν επιδιώκεται η συνεργασία των δύο τουλάχιστον μεγαλύτερων κομμάτων, ώστε οι αλλαγές αυτές να είναι συναινετικές και να υποστηρίζονται από κόμματα που μαζί εκπροσωπούν τη συντριπτική πλειοψηφία  του ελληνικού λαού;

Οι αλλαγές, όπως είναι εύλογο να περιμένει κανείς, θα πρέπει να αποσκοπούν στη άρση των διαπιστωμένων αρνητικών συμπτωμάτων στη λειτουργία των ελληνικών πανεπιστημίων και όχι να δημιουργούν νέες προβληματικές καταστάσεις.

Μερικές από αυτές είναι τοις πάσιν γνωστές. Και όμως στο σχέδιο για διαβούλευση του υπουργείου δεν γίνεται καμιά αναφορά σε αυτές. Και όμως, αν πραγματικά έχει την βούληση και την τόλμη η Κυβέρνηση να άρει τις παθογένειες, ιδού μερικα απλά πράγματα που θα μπορούσε άμεσα να κάνει:
Κατάργηση του περιβόητου «ασύλου», το οποίο τόσα δεινά τόσες πολλές φορές επεσώρευσε στο πανεπιστήμιο.

Περιορισμός της συμμετοχής των φοιτητών στην εκλογή των οργάνων διοίκησης. Δεν είναι νοητό και ούτε υπάρχει κάτι παρόμοια σε καμιά άλλη χώρα οι φοιτητές να συμμετέχουν με ποσοστά 80 και 100%. Λίγοι εκπρόσωποι των φοιτητών είναι χρήσιμο να συμμετέχουν στις συνελεύσεις των Τομέων και των Τμημάτων ή ακόμη και στην Σύγκλητο, όταν συζητούνται φοιτητικά θέματα και μόνον τότε.

Επειδή συχνά παρατηρούνται παρανομίες και συγκρούσεις μεταξύ των μελών της πανεπιστημιακής κοινότητας και των οργάνων διοίκησης, η απουσία ελέγχου από την πολιτεία και άμεσης αποκατάστασης της νομιμότητας δημιουργεί σοβαρά προβλήματα. Η περαιτέρω αυτοτέλεια θα ενισχύσει δυστυχώς αυτό τον προβληματικό τομέα. Ο προτεινόμενος θεσμός του Ακαδημαϊκού Συνηγόρου, αν λειτουργήσει σωστά, μπορεί να θεραπεύσει αυτή την παθογένεια.

Ένα άλλο πεδίο συγκρούσεων και αντιπαραθέσεων σχετίζεται με την εκλογή ή την εξέλιξη μελών του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού. Εδώ οι ασάφειες του Νόμου γίνονται αντικείμενο διαφορετικής ερμηνείας κάθε φορά από εκείνους τους εκλέκτορες, οι οποίοι τρέφουν εύνοια ή δυσμένεια έναντι των υποψηφίων. Απαιτείται επομένως προσδιορισμός των απαιτούμενων προσόντων με σαφήνεια και καθαρότητα και εξονυχιστικός έλεγχος τόσο της νομιμότητας όσο και της ουσίας από ένα ανεξάρτητο δευτεροβάθμιο όργανο.

Η άμεση τροποποίηση του άρθρου 16 του Συντάγματος με την κατάργηση ή τροποποίηση της παραγράφου 4 για «δωρεάν παιδεία σε όλες τις βαθμίδες της»  είναι απολύτως απαραίτητη προϋπόθεση για κάποιες άλλες αναγκαίες αλλαγές για ανύψωση του επιπέδου σπουδών. Δωρεάν παιδεία νοείται μόνο για τις βαθμίδες της υποχρεωτικής εκπαίδευσης. Και βέβαια «δωρεάν» σημαίνει ότι το κόστος το επιφορτίζονται οι φορολογούμενοι πολίτες.

Ένα λογικό τέλος εγγραφής των προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών στα πανεπιστήμια, π.χ. 100 ευρώ, θα σήμαινε ένα εξαιρετικά σεβαστό ποσό για κάθε ΑΕΙ.  Για ένα πανεπιστήμιο με 20.000 φοιτητές τα έσοδα θα ανέρχονταν σε 2.000.000 ευρώ, τα οποία θα μπορούσαν να διατεθούν για ενίσχυση διαφόρων δραστηριοτήτων του πανεπιστημίου προς όφελος των φοιτητών. 

Ουδείς γνωρίζει πόσο κοστίζει ετησίως στον κρατικό προϋπολογισμό η δωρεάν διανομή συγγραμμάτων. Το μόνο βέβαιο είναι ότι κάποιοι εκδότες κυρίως και κάποιοι πανεπιστημιακοί πλούτισαν σε βάρος του έλληνα φορολογούμενου πολίτη. Η ανύψωση του επιπέδου των σπουδών απαιτεί την κατάργηση της δωρεάν διανομής και μάλιστα «ενός διδακτικού συγγράμματος», έστι ώστε οι φοιτητές να αναζητούν τη γνώση με τη βοήθεια των διδασκόντων στις πανεπιστημιακές βιβλιοθήκες και στο διαδίκτυο.

Αναφορικά με τη σίτιση και τη στέγαση. Όσο ξέρω, σε καμιά χώρα του κόσμου και σε κανένα πανεπιστήμιο δεν γίνεται αυτό που γίνεται στην Ελλάδα. Η σίτιση που παρέχεται στις φοιτητικές λέσχες στα ξένα πανεπιστήμια είναι πιο προσιτή στους φοιτητές, δεν παρέχεται όμως δωρεάν. Αν οι φοιτητές πλήρωναν έστω και ένα ευρώ για κάθε γεύμα, τα έσοδα του Πανεπιστημίου θα αυξάνονταν σημαντικά, θα περιοριζόταν η σπατάλη (φτάνει να δει κανείς πόσα πετιούνται καθημερινά!) και θα βελτιωνόταν έτι περαιτέρω η ποιότητα του προσφερομένου φαγητού. Αν υποθέσουμε ότι σιτίζονται καθημερινά 3.000 φοιτητές στο πανεπιστήμιο Ιωαννίνων, τα έσοδα θα ανέρχονταν ετησίως τουλάχιστον στο ποσό των 1.800.000 ευρώ!

Ως προς τη στέγαση, αρκετοί από αυτούς στους οποίους χορηγείται δωμάτιο στις φοιτητικές εστίες έχουν ιδιωτικό αυτοκίνητο! Είναι αδιανόητο και πάλι να μην πληρώνουν για τη διαμονή τους στις εστίες ένα ενοίκιο, έστω 100 με 150 ευρώ μηνιαίως! Αυτό θα ήταν ένα επιπλέον σημαντικό έσοδο για το πανεπιστήμιο, το οποίο θα μπορούσε να ασκήσει μια πολιτική φοιτητικής μέριμνας για τους πραγματικά άπορους και συγχρόνως επιμελείς φοιτητές. Αυτό θα απέφερε στο ίδρυμα, π.χ. για 1000 δωμάτια ένα ποσό της τάξεως των 1,2 – 1,5 εκατομμυρίων ευρώ.

Ο περιορισμός του αριθμού των εισακτέων στα πανεπιστήμια είναι επίσης απαραίτητη προϋπόθεση για την ανύψωση του επιπέδου  σπουδών. Δεν μπορεί ένα τμήμα να έχει τις δυνατότητες να εκπαιδεύσει 100 φοιτητές και στο τέλος να έχει διπλάσιους. Ο αριθμός των εισακτέων σε κάθε τμήμα πρέπει να καθορίζεται από τα ίδια τα τμήματα, ανάλογα με τις εκπαιδευτικές δυνατότητές τους. Η επιλογή επίσης των υποψηφίων θα πρέπει να επαφίεται στα Τμήματα και να γίνεται ανάλογα με την επιτυχία των υποψηφίων στις πανελλαδικές εξετάσεις, καθώς και με άλλα διαφανή κριτήρια που θα καθορίζουν τα Τμήματα εισαγωγής.

Η κατάργηση των μετεγγραφών είναι ένα μέτρο που θα περιορίσει τις αυξομειώσεις των φοιτητών στα τμήματα εισαγωγής τους. Θα πρέπει να προβλέπεται το δικαίωμα μετεγγραφής μόνο σε άτομα με ειδικές ανάγκες και σε άλλες πολύ εξαιρετικές περιπτώσεις.

Για χρόνια τώρα, πάλι λόγω λαϊκισμού, η παρακολούθηση των μαθημάτων είναι προαιρετική, ιδιαίτερα στις θεωρητικές σχολές. Μπορεί κάποιος να κάθεται σπίτι του και να λαμβάνει μέρος μόνο στις εξετάσεις! Είναι αναγκαίο να καθιερωθεί και εδώ, όπως ισχύει και σε άλλα πανεπιστήμια, η δυνατότητα πλήρους ή μερικής φοιτήσεως με διαφορετικά χρονικά περιθώρια και προγράμματα σπουδών. Και βέβαια η παρακολούθηση να είναι υποχρεωτική.

Το ελληνικό πανεπιστήμιο έχει σχεδόν καταστεί εξεταστικό κέντρο, με τις πολλές εξεταστικές περιόδους και τη δυνατότητα που παρέχεται στους φοιτητές να επαναλαμβάνουν την εξέταση σε ένα μάθημα απεριόριστες φορές. Απαιτείται ο καθορισμος μόνο μιας ή το πολύ δύο εξεταστικών περιόδων, καθώς επίσης και ο χρονικός περιορισμός των σπουδών.

Η αξιολόγηση των διδασκόντων και γενικώτερα του έργου κάθε Τμήματος και κάθε πανεπιστημίου είναι επίσης αναγκαία προϋπόθεση για τη συνεχή αναβάθμιση των σπουδών. Η απρόσκοπτη παροχή των μέσων και των δυνατοτήτων για έρευνα, η τυχόν διασύνδεσή της με τη βιομηχανία, η πάταξη της γραφειοκρατίας, η αξιοκρατία, αλλά και ο τελικός έλεγχος των αποτελεσμάτων αυτής, θα περιορίσει την σπατάλη και θα αυξήσει τις πιθανότητες για επιτεύγματα που θα προωθήσουν την οικονομική ανάπτυξη. Δεν μπορεί η χώρα μας, με το αξιόλογο επιστημονικό δυναμικό που έχει, να είναι ουραγός σε αυτόν τον τομέα. 

Είναι θετικό που το Υπουργείο ομολογεί ότι «θεμελιώδεις και συνταγματικά κατοχυρωμένες ελευθερίες των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας δεν είναι στην πράξη διασφαλισμένες. Καθηγητές και φοιτητές βρίσκονται συχνά σε κατάσταση ομηρίας και αδιεξόδου. Φαινόμενα βίας, κομματισμού και ευνοιοκρατίας δεν αποτρέπονται αποτελεσματικά, η δημόσια περιουσία δεν προστατεύεται και δεν αξιοποιείται με τον πιο αποτελεσματικό τρόπο προς όφελος των μελών της ακαδημαϊκής κοινότητας και της κοινωνίας». Απομένει να δούμε πώς η κυβέρνηση θα αντιμετωπίσει το σοβαρό αυτό θέμα!

Υψηλό επίπεδο σπουδών στο πανεπιστήμιο προϋποθέτει βέβαια, όπως είναι αυτονόητο, αντίστοιχο υψηλό επίπεδο σπουδών στο λύκειο. Χωρίς επομένως μέτρα για την ουσιαστική αναβάθμιση των προγραμμάτων σπουδών στη Μέση παιδεία, χωρίς την άριστη κατάρτιση των διδασκόντων, χωρίς κατάλληλα διδακτικά βιβλία και χωρίς αξιολόγηση δεν είναι δυνατόν να μιλάμε για αναβάθμιση του μορφωτικού επιπέδου.

Πολλές από τις προτάσεις του Υπουργείου Παιδείας, μετά από ένα χείμαρρο θεωρητικών στόχων, μεγαλοστομιών και επιδιώξεων άλλοτε εφικτών και άλλοτε όχι, για τις οποίες θα απαιτείτο χρόνος και χώρος πολύς για τον σχολιασμό τους, είναι προβληματικές και είναι πολύ πιθανόν ότι θα δημιουργήσουν πολύ περισσότερα προβλήματα από αυτά που υποτίθεται ότι επιδιώκουν να λύσουν. Πιο συγκεκριμένα:

Η θεσμοθέτηση του Συμβουλίου, οι αρμοδιότητες που παρέχονται σε αυτό και η σύνθεσή του, η επιλογή του Πρύτανη από το Συμβούλιο, και η σύνθεση της Συγκλήτου, ουσιαστικά σημαίνουν παραμερισμό των μελών Δ.Ε.Π. του πανεπιιστημίου και μηδενισμό των διοικητικών καθηκόντων τους.

Πώς θα επιλεγούν τα εξωπανεπιστημιακά μέλη και από ποιους; Δεν υπάρχει ο σοβαρός κίνδυνος περαιτέρω ενίσχυσης του κομματισμού στο πανεπιστήμιο; Και γιατί να συμμετέχουν σε αυτό, όπως και στη Σύγκλητο, εκπρόσωποι φοιτητών και του μη ακαδημαϊκού προσωπικού του ιδρύματος;

Εκείνο που απαιτείται είναι η αναμόρφωση του τρόπου εκλογής των πρυτανικών αρχών. Θα πρέπει να εκλέγονται από ενιαίο ψηφοδέλτιο οι υποψήφιοι μόνο από τα μέλη ΔΕΠ του ιδρύματος, οι οποίοι θα πρέπει να είναι καθηγητές πρώτης βαθμίδας, αποδεδειγμένως καταξιωμένοι επιστημονικά, οι οποίοι να έχουν δεκαετή τουλάχιστον προϋπηρεσία, ώστε να περιοριστεί ο κομματισμός. Το ίδιο μπορεί και πρέπει να γίνει με την Σύγκλητο, της οποίας τα μέλη θα πρέπει να ορίζονται με κλήρο από τους καθηγητές της πρώτης βαθμίδας με τρόπο που να αντιπροσωπεύονται όλες οι Σχολές και τα Τμήματα, ώστε και πάλι να παταχθεί ο κομματισμός.

Τεράστια προβλήματα θα δημιουργήσει η πρόβλεψη για διαφορετικούς μισθούς και παροχές στα μέλη του διδακτικού και ερευνητικού προσωπικού. Θα δημιουργηθεί ένα λαμπρό πεδίο δόξης για κάθε είδους ευνοιοκρατία, καθώς και αντιπαλοτήτων μεταξύ των διδασκόντων. Αν η πολιτεία θέλει να προσελκύσει διεθνούς κύρους επιστήμονες στα πανεπιστήμια, οφείλει να αυξήσει σημαντικά τις αποδοχές των διδασκόντων. Δεν είναι νοητό π.χ. υπάλληλοι της Βουλής να αμείβονται με 2-3 χιλιάδες ευρώ το μήνα, με 16 μισθούς, και οι νεοπροσλαμβανόμενοι καθηγητές πανεπιστημίου να αμείβονται πολύ λιγώτερο!

Η μεταφορά επίσης των αρμοδιοτήτων για πρόσληψη διοικητικών υπαλλήλων στους Κοσμήτορες ή τους Διευθυντές κάθε Σχολής, έξω από τις διαδικασίες του ΑΣΕΠ, θα σημάνει την κατάρρευση κάθε έννοιας αξιοκρατίας. Έχει γίνει κάποια έρευνα από το Υπουργείο, για να διαπιστωθεί πόσοι υπάλληλοι έχουν προσληφθεί από το παράθυρο ή τη χαραμάδα στα πανεπιστήμια έξω από οποιαδήποτε αξιοκρατική διαδικασία τα τελευταία χρόνια και ποια είναι η σχέση των προσληφθέντων με υπηρετούντες στο ίδρυμα καθηγητές ή διοικητικούς υπαλλήλους;

Όσο για τους υποψηφίους διδάκτορες, για μεγαλύτερη αντικειμενικότητα στην κρίση τους απαιτείται η επανεξέταση του θεσμού των επταμελών εξεταστικών επιτροπών. Χρήσιμο είναι μέλη των εξεταστικών επιτροπών να είναι όλα τα μέλη του Τομέα, σε ένα από τα γνωστικά αντικείμενα του οποίου εκπονήθηκε η διδακτορική διατριβή.

Η σύσταση Περιφερειακών Συμβουλίων με συμβουλευτικό ρόλο στη διαμόρφωση της εθνικής στρατηγικής για την Ανώτατη Εκπαίδευση κλπ. είναι περιττή, μετά τη διοικητική μεταρρύθμιση και την εκλογή Περιφερειαρχών και Περιφερειαρχικών Συμβουλίων.

Η πρόταση επίσης του Υπουργείου να εισάγονται οι φοιτητές σε Σχολή και όχι σε Τμημα και κατά τη διάρκεια του πρώτου έτους (των δύο δηλ. πρώτων εξαμήνων) να παρακολουθούν μαθήματα της επιλογής τους και στο τέλος να επιλέγονται από τα Τμήματα με βάση την προτίμησή τους και την επιτυχία τους στα μαθήματα που επέλεξαν, θα δημιουργήσει τεράστια και ανυπέρβλητα προβλήματα. Και τι θα γίνει π.χ. με εκείνους τους φοιτητές που δεν θα προσληφθούν από κανένα Τμήμα της Σχολής;

Θετική μπορεί να αποβεί, αν υλοποιηθεί, η πρόταση του Υπουργείου για συνένωση Ιδρυμάτων, ιδιαίτερα όταν αυτά γειτνιάζουν. Η πολιτεία, δυστυχώς, τις τελευταίες δεκαετίες, για να ικανοποιήσει απαιτήσεις τοπικιστικού χαρακτήρα, προχώρησε στην ίδρυση τμημάτων πανεπιστημιακών ή των Τ.Ε.Ι. σε πολλές πόλεις της Ελλάδας, πολλά από τα οποία υπολειτουργούν ή που το επίπεδο σπουδών τους κάθε άλλο παρά ανώτατο είναι.

Είναι επίσης ευκταία η συνένωση κάποιων τμημάτων, και ο διαχωρισμός ή η αναμόρφωση άλλων. Συγκεκριμένα, θα μπορούσαν να δημιουρηθούν ένα ή δύο το πολύ ενιαία τμήματα γλωσσολογίας (Linguistics) στα μεγαλύτερα πανεπιστήμια, όπως συμβαίνει στα περισσότερα πανεπιστήμια του κόσμου. Η Σχολή Φ.Π.Ψ. θα έπρεπε να διαχωριστεί σε τμήμα Ψυχολογίας, τμήμα Παιδαγωγικών και τμήμα Φιλοσοφίας. Τα τμήματα Ψυχολογίας θα μπορούσαν να συγχωνευθούν σε ένα μεγαλύτερο. Το τμήμα Παιδαγωγικών θα μπορούσε να προσφέρει παιδαγωγικά μαθήματα σε όλα τα άλλα τμήματα και σχολές του πανεπιστημίου.

Είναι αυτονόητο ότι η αριστεία είναι επιθυμητή και αναγκαία για την ανόρθωση του βιοτικού και πνευματικού επιπέδου ενός λαού. Δεν είναι όμως αντιφατικό το γεγονός ότι το Υπουργείο θέτει ως επιθυμητό στόχο την αριστεία στο πανεπιστήμιο, όταν το ίδιο έχει καταργήσει τα προϋπάρχοντα πρότυπα σχολεία για λόγους λαϊκισμού, ώστε να μην «ξεχωρίζουν» οι αριστούχοι από «τα παιδιά του λαού»; Σαν να μην υπήρχαν αριστούχοι και από τα λαϊκά στρώματα! Ξεχνά το Υπουργείο ότι αυτό κατήργησε τα Κλασσικά Λύκεια και ότι ακόμα και εκεί η τοποθέτηση των διδασκόντων γινόταν όχι με κριτήρια αριστείας, αλλά με άλλα κριτήρια;

Αλλαγές χρειάζονται και μάλιστα επειγόντως στην παιδεία, από τις πρώτες βαθμίδες μέχρι και τις ανώτατες. Μόνο με την παιδεία υπάρχει πιθανότητα εξόδου από την ποικιλόμορφη κρίση που μαστίζει την κοινωνία μας τις τελευταίες δεκαετίες. Μια παιδεία όμως υψίστης στάθμης που θα αποβλέπει τόσο στη διαμόρφωση του ήθους των νέων μας με βάση τις ανθρωπιστικές αξίες του ελληνισμού και του χριστιανισμού, όσο και στην άριστη κατάρτισή τους στους σύγχρονους κλάδους της επιστήμης. 

Μια παιδεία που θα ξαναδώσει την αυτοπεποίθηση και την υψηλοφροσύνη της ελληνικής ταυτότητας και συγχρόνως θα απαλλάξει την κοινωνία μας από τα αρνητικά κατάλοιπα του παρελθόντος και τις εξίσου αρνητικές επιδράσεις του παρόντος. Γιατί, όπως έλεγε ο Σωκράτης, «ἕν μόνον ἀγαθὸν εἶναι, τὴν ἐπιστήμην, καὶ ἕν μόνον κακόν, τὴν ἀμαθίαν. Πλοῦτον δὲ καὶ εὐγένειαν οὐδὲν σεμνὸν ἔχειν.» (= ένα μόνο καλό υπάρχει, η γνώση, και ένα κακό, η αμάθεια. Ο πλούτος και η καλή καταγωγή δεν έχουν τίποτα το σπουδαίο»).

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου